Είναι δύσκολο να φανταστεί κανείς τις συνθήκες που επικρατούσαν στη μεταπολεμική Θεσσαλονίκη το 1924, καθώς η περιοχή προσπαθούσε να ορθοποδήσει ενώ παράλληλα δεχόταν μία μεγάλη εισροή Ελλήνων που εγκατέλειπαν τις εμπόλεμες ζώνες των Βαλκανίων και της Τουρκίας. Όπως περιγράφει ο Dr. William McGrew στο βιβλίο του, Educating Across Cultures, η Θεσσαλονίκη είχε μετατραπεί σε έναν τεράστιο καταυλισμό χριστιανών προσφύγων με μία σημαντική εβραϊκή μειονότητα. Η αποφασιστικότητα του Δρος George White και της μικρής ομάδας συναδέλφων του να ξαναστήσουν το σχολείο τους στη Θεσσαλονίκη ήταν τόσο τολμηρή όσο και εμπνευσμένη. Στη μεταπολεμική δυσπραγία της Κεντρικής Μακεδονίας, το Κολλέγιο Ανατόλια επαναπροσανατολίστηκε με αποστολή του να εκπαιδεύσει μια νέα γενιά από Ελληνόπουλα.

Υπήρχαν πολλά εμπόδια για την επαναλειτουργία του σχολείου στη Θεσσαλονίκη. Το Ανατόλια της Μερζιφούντας βασιζόταν στα δίδακτρα, και έτσι ορισμένοι αμφέβαλλαν πως θα ήταν οικονομικά εφικτό να λειτουργήσει στην Ελλάδα. Ήταν αβέβαιο αν το Ανατόλια ήταν σύμφωνο με την ελληνική νομοθεσία ή αν τα πτυχία του ως κολλέγιο αναγνωρίζονταν. Οι πρόσφυγες στους οποίους απευθυνόταν ήταν αδύναμοι και μαστίζονταν από διάφορες ασθένειες. Ανάμεσα τους παιδιά σχολικής ηλικίας τα οποία υπέφεραν από ελονοσία. Κάποιοι άλλοι διαμαρτύρονταν επίσης για την ανάμειξη Αμερικανών ιεραποστόλων σε δραστηριότητες που θεωρούσαν επιζήμιες για τα ελληνικά συμφέροντα.

Το μέλλον του Ανατόλια στην Ελλάδα εξαρτιόταν από την απόφαση των εφόρων του στη Βοστώνη, οι οποίοι τελικά συμφώνησαν να υποστηρίξουν τη μετεγκατάστασή του και να εξασφαλίσουν επιπλέον χρηματοδότηση από τις Ηνωμένες Πολιτείες.

Ο Δρ White και οι συνεργάτες του επέμειναν στο αρχικό τους πλάνο και κατάφεραν τελικά να εκπληρώσουν τους όρους που έθεσε το σώμα των εφόρων στη Βοστώνη για να μπορέσει το Ανατόλια να επαναλειτουργήσει στην Ελλάδα – πρώτος όρος ανάμεσα τους, να λάβει το σχολείο άδεια λειτουργίας, η οποία εγκρίθηκε από τον επιθεωρητή εκπαίδευσης της Μακεδονίας τον Φεβρουάριο του 1925.

Ανατρέχοντας στην ιστορία μας, δεν μπορούμε παρά να εμπνευστούμε από την επιμονή, την αποφασιστικότητα και τη δέσμευση των Αμερικανών ιεραποστόλων ιδρυτών μας και των Αμερικανών εφόρων που συνεργάστηκαν με τις ελληνικές πολιτικές και θρησκευτικές αρχές για την επανίδρυση του σχολείου μας στη Θεσσαλονίκη. Οι λαμπροί αυτοί άνθρωποι που ηγήθηκαν της προσπάθειας γνώριζαν τη σημασία που είχε η θέσπιση και η εφαρμογή εκπαιδευτικών προτύπων που θα είχαν ως αποτέλεσμα την ανάπτυξη και μετέπειτα ευημερία της πόλης και της ευρύτερης περιοχής.

Παρά τις αφάνταστες δυσκολίες, επέμειναν στον κοινό τους στόχο: να συμβάλουν στην πρόοδο της σύγχρονης ελληνικής κοινωνίας εκπαιδεύοντας τους νέους της. Το Ανατόλια και η πόλη που το φιλοξενεί, η Θεσσαλονίκη, αναπτύχθηκαν και άνθισαν μαζί. Και οι δύο απέδειξαν την ανθεκτικότητά τους και το αδάμαστο πνεύμα τους, βελτιώνοντας τις ζωές των ανθρώπων τους. Ακόμη και σήμερα, η αποστολή μας είναι η ίδια: να παρέχουμε την καλύτερη εκπαιδευτική εμπειρία στους μαθητές μας και στις οικογένειές τους. Είναι βασική επιδίωξη του οργανισμού μας η ενίσχυση άξιων μαθητών ώστε να έχουν και αυτοί πρόσβαση στην ποιοτική εκπαίδευση, καθώς και η διεύρυνση των εκπαιδευτικών μας προγραμμάτων με τη συμμετοχή της ευρύτερης κοινότητας της Θεσσαλονίκης. Οδηγούμαστε πλέον με αυτοπεποίθηση στον επόμενο αιώνα, ακολουθώντας πιστά τον κοινό μας στόχο, την ενίσχυση της ακαδημαϊκής αριστείας στη Θεσσαλονίκη και την ευρύτερη κοινότητα. Είμαστε όλοι υπερήφανοι για τη συνεργασία μας, η οποία άντεξε και συνεχίζει να αντέχει στα χρόνια.

Albert H. “Chip” Elfner, III
Πρόεδρος του Δ.Σ. των Εφόρων του Κολλεγίου Ανατόλια